Σάββατο 16 Οκτωβρίου 2010

Το διαγώνισμα κάνει καλό στον εγκέφαλο

Νέα αμερικανική επιστημονική μελέτη κατέληξε στο συμπέρασμα πως οι μαθητές που υποβάλλονται σε τακτικά διαγωνίσματα, έχουν βελτιωμένη μνήμη και ιδιαίτερα καλή ικανότητα μάθησης.
Οι ερευνητές ανακάλυψαν ότι η προετοιμασία για τα διαγωνίσματα ωφελεί τους μαθητές, βελτιώνοντας την μνήμη τους, καθώς επιτρέπει στον εγκέφαλό τους να βρίσκει πιο αποτελεσματικούς τρόπους για να αποθηκεύει και στη συνέχεια να ανακαλεί πληροφορίες.
Ο εγκέφαλος των παιδιών καταφέρνει να δημιουργεί ευκολομνημόνευτες «λέξεις-κλειδιά», οι οποίες αποκαλούνται επιστημονικά «μεσάζοντες», που την κατάλληλη στιγμή «πυροδοτούν» τις σωστές μνήμες.
Κάτι τέτοιο, σύμφωνα με τους ερευνητές, δεν συμβαίνει όταν τα παιδιά απλώς διαβάζουν και δεν είναι υποχρεωμένα να περάσουν από τη διαδικασία του διαγωνίσματος.
Η μελέτη που έγινε από το τμήμα Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Κεντ Στέιτ του Οχάιο, βρήκε ότι οι συχνά διαγωνίσματα, ειδικά όσα απαιτούν από τον μαθητή να θυμάται διάφορες πληροφορίες, αυξάνουν δραστικά την πιθανότητα ότι αυτός θα μπορεί πράγματι να συγκρατήσει στην μνήμη του για καιρό αυτές τις πληροφορίες.
Τα πειράματα που έκαναν οι ερευνητές, αφορούσαν ιδιαίτερα την εκμάθηση της αφρικανικής γλώσσας σουαχίλι από αγγλόφωνους μαθητές, οι οποίοι χωρίστηκαν σε δύο ομάδες, εκ των οποίων η μια ομάδα απλώς διάβασε την μετάφραση των λέξεων, ενώ η άλλη έκανε και τα σχετικά γραπτά τεστ.
Τα παιδιά που υποχρεώθηκαν να γράψουν διαγώνισμα, είχαν καλύτερες μνημονικές επιδόσεις, έως και τρεις φορές, σε σχέση με όσους μαθητές είχαν απλώς μελετήσει, επιβεβαιώνοντας ότι ο εγκέφαλος «κωδικοποιεί» καλύτερα τις πληροφορίες στη διάρκεια της προετοιμασίας για ένα τεστ, παρά κατά την απλή μελέτη.
Όπως είπαν οι αμερικανοί ερευνητές, θα έπρεπε να υπάρχουν περισσότερα τεστ μέσα στην τάξη, ενώ ακόμα και μόνοι τους οι μαθητές θα έπρεπε να βάζουν τεστ στον εαυτό τους για να προετοιμαστούν καλύτερα. Αυτό, δυστυχώς για τα παιδιά, σημαίνει ότι μάλλον πρέπει σιγά-σιγά να πάρουν από καλύτερο μάτι τα διαγωνίσματα.
Η μελέτη δημοσιεύτηκε στο «Science».
ygeia.tanea.gr